Κι όμως επιβιώσαμε. Το 0-0 της Εθνικής απέναντι στην Ιαπωνία όχι μόνο δεν αποδείχθηκε καταδικαστικό, αλλά αντιθέτως της αναπτέρωσε τις ελπίδες για πρόκριση στην επόμενη φάση της διοργάνωσης. Της έδωσε τη μεγάλη ευκαιρία, όπως και στο Euro του 2012, τελευταία αγωνιστική να φέρει τη ζαριά που χρειάζεται και να περάσει.
Γράφει ο Άρης Σταμόπουλος
Η Εθνική, για να τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, δε μάγεψε με τη μπάλα που έπαιξε. Όχι μέχρι το 38ο λεπτό τουλάχιστον, με την αποβολή του Κατσουράνη να παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτό. Είναι να απορεί κανείς με τη χρησιμοποίηση του συγκεκριμένου παίκτη. Ξεπερνάει τα όρια του λογικού και φτάνει εκείνα της εμμονής. Είναι προφανές πως δεν μπορεί να ακολουθήσει το ρυθμό των αντιπάλων. Οι δύο κίτρινες κάρτες, μέσα σε εννιά λεπτά, ήταν αποτέλεσμα της ανικανότητας του παίκτη να προλάβει τις γρήγορες κινήσεις και αντιδράσεις των Ιαπώνων στο χώρο του κέντρου. Όπως και στο ματς με την Κολομβία, όπου αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα στο κέντρο απέναντι στους γρήγορους χαφ των Κολομβιανών, δίχως να προσφέρει στην ανάπτυξη του παιχνιδιού. Για τη συγκεκριμένη διοργάνωση, ο Κατσουράνης είναι δεδομένα ένας από τους πιο αργούς χαφ του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Ενώ η αποβολή και το αριθμητικό μειονέκτημα έμοιαζε να ευνοεί του Ιάπωνες, αποδείχθηκε ευεργετική για την ελληνική ομάδα. Η άμυνα έγινε πιο συμπαγής. Η εστία μας όχι μόνο δε παραβιάστηκε αλλά δε δεχθήκαμε και πολλές φάσεις, πράγμα παράλογο από τη στιγμή που οι Ασιάτες είχαν μονίμως την κατοχή και περιτριγύριζαν την περιοχή του Ορέστη Καρνέζη. Αντίθετα σε δύο περιπτώσεις, ο εξαιρετικός Καουασίμα σταμάτησε το δυνατό σουτ του Τοροσίδη στο 1ο και την κεφαλιά του Γκέκα στο 2ο ημίχρονο, γλιτώνοντας την εστία του από βέβαια παραβίαση. Ο Μανιάτης έπαιζε για δύο στο κέντρο, ο Καραγκούνης δε σταμάτησε να τρέχει από την ώρα που μπήκε, ο Γκέκας σε ένα από τα πιο μεστά παιχνίδια του με την εθνική συμμετείχε ενεργά στο αμυντικό και επιθετικό πλάνο. Οι κεντρικοί μας αμυντικοί αλάνθαστοι, με καίριες επεμβάσεις όποτε χρειάστηκε.
Ανταπεξήλθαμε στο γρήγορο ρυθμό των αντιπάλων μας, κάνοντας έξυπνα φάουλ στο χώρο του κέντρου και αποτρέποντας τυχόν αντεπιθέσεις. Η εικόνα του Κονέ κατά την αντικατάστασή του τα μαρτυρούσε όλα. Κατάκοπος, εξαντλημένος, έχοντας δώσει και το τελευταίο ίχνος ενέργειας μέσα στο παιχνίδι. Οι Ιάπωνες δε μπόρεσαν να κάνουν το παιχνίδι τους. Στο τελευταίο τέταρτο έχασαν την υπομονή τους και προσπάθησαν να μας απειλήσουν με σέντρες. Αυτό ήταν. Στο κομμάτι της τακτικής είχαμε πάρει την παρτίδα. Μαζί και έναν βαθμό, που μας δίνει ελπίδα για συνέχεια στη διοργάνωση.
Εδώ που τα λέμε, πιθανή πρόκριση της Ελλάδας θα ισοδυναμεί με ένα μίνι θαύμα. Έχουμε τη δυνατότητα να περάσουμε στην επόμενη φάση με νίκη έστω με 1-0 απέναντι στην Ακτή Ελεφαντοστού και παράλληλα η Κολομβία να μη χάσει από την Ιαπωνία. Αν γίνει αυτό θα είμαστε η μοναδική ομάδα από το 1930, όταν το 1ο Παγκόσμιο Κύπελλο έλαβε χώρα, που περνάει στη νοκ-άουτ φάση με μόλις ένα γκολ ενεργητικό και αρνητικό συντελεστή στο goal average! Μόνο οι Ιταλοί έχουν καταφέρει να προκριθούν με ένα γκολ ενεργητικό το 1970. Προκρίθηκε με μία νίκη 1-0 στην πρεμιέρα και δύο «λευκές» ισοπαλίες στη συνέχεια, για να φτάσει μέχρι τον τελικό!
Η τύχη έχει ευνοήσει πολλάκις αυτή την ομάδα. Ίσως το κάνει και τώρα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι σε περίπτωση πρόκρισης, στα σταυρώματα των ομίλων λογικά πέφτουμε πάνω στην Κόστα Ρίκα, τότε μάλλον αυτό που λέγεται συχνά ότι ο Θεός είναι Έλληνας αποκτά υπόσταση. Σε καμία περίπτωση δεν υποτιμώ τους σπουδαίους Κοσταρικανούς. Μέχρι να φτάσουμε όμως εκεί έχουμε δρόμο. Δεν πέσαμε. Δε χάσαμε. Σηκωθήκαμε στα πόδια μας. Ο εγωισμός αυτής της ομάδας δεν την αφήνει να παραιτηθεί χωρίς να δώσει μάχη. Μπορεί να είμαστε μια από τις ασθενέστερες, βάση υλικού, ομάδα στη Βραζιλία. Αλλά είμαστε, επίσης, μια ομάδα που έχει αποδείξει και στο παρελθόν ότι αυτά δεν παίζουν και τόσο μεγάλο ρόλο στο ποδόσφαιρο. Κι αν μας αντέξει το σκοινί, θα φανεί στο χειροκρότημα…
Y.Γ: Ένας από τους λόγους που με κάνουν να αισιοδοξώ για το παιχνίδι με τους Ιβοριανούς είναι η απουσία του Κατσουράνη. Με έναν εκ των Σάμαρη, Ταχτσίδη ή Καραγκούνη στο κέντρο αποκτάμε μεγαλύτερη ταχύτητα στο κέντρο και στην ανάπτυξη μας, επιθετικά. Ο Κατσουράνης προτιμούσε τις σίγουρες κοντινές πάσες, με αποτέλεσμα το παιχνίδι μας να μη προωθείται ορθολογικά στην επίθεση, από τη στιγμή που η πρώτη πάσα παιζόταν παράλληλα και όχι κάθετα. Αν ο Σάντος διαβάσει σωστά το παιχνίδι της Ακτής, μπορούμε να το κάνουμε ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου